- ἐπιγνώσεται
- ἐπιγιγνώσκωlook uponfut ind mid 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
'πιγνώσεται — ἐπιγνώσεται , ἐπιγιγνώσκω look upon fut ind mid 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
познати — ПОЗНА|ТИ (388), Ю, ѤТЬ гл. 1.Познать, постичь: Крѣпъкъ силою зьрѧи вьсего. и очи ѥго на боѧштиихъсѧ ѥго. и тъ познаѥть вьсѧко дѣло чл҃чско. (ἐπιγνώσεται) Изб 1076, 178; Во ньже д҃нь аще призовѹ тѧ. се познахъ ˫ако б҃ъ мои ѥси ты. СбЯр XIII2, 29… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
επιγιγνώσκω — ἐπιγιγνώσκω (AM) [γιγνώσκω] 1. γνωρίζω κάτι ακόμη καλύτερα, περισσότερο από πριν («ἐπιγνόντι σοι τὸν Χριστόν» «ὅπως μήτηρ σε μὴ ἐπιγνώσεται φαιδρῷ προσώπῳ», Σοφ.) 2. ανακαλύπτω, διακρίνω («κἄπειτ ἐπιγνοὺς ἔργον οὐ καταίσιον ὤμωξεν», Αισχύλ.) 3.… … Dictionary of Greek